Ο Κάτω Εαυτός μέσα από τα μάτια ενός θεατή
Λίγες ώρες μετά την ολοκλήρωση της παράστασης "Ο Κάτω Εαυτός" που πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Ρεματιάς την Παρασκευή 10/09, λάβαμε ένα ένα από τα πιο διεισδυτικά, όμορφα και συγκινητικά κείμενα που έχουμε διαβάσει, από έναν θεατή που "βούτηξε" μαζί μας κάτω από την επιφάνεια της πόλης, εξερευνώντας τον δικό του Κάτω Εαυτό.
Κείμενο: Μάριος Χατζηδαμιανός
Ο Κάτω Εαυτός | Μία άσκηση πνεύματος.
Χθες το βράδυ, συνάντησα έναν άλλο εαυτό μου, ένα σκοτεινό εγώ που αναζητά συνεχώς το φως της επιφάνειας. Τα φώτα χαμηλώνουν στο μικρό θεατράκι της Ρεματιάς, στο Χαλάνδρι. Το σκηνικό είναι λιτό, ένα μαύρο πλάτωμα, μία σκάλα και μερικά κλειστά τετράγωνα κιβώτια, διασκορπισμένα στο χώρο. Δύο θηλυκότητες ενδεδυμένες σε αποχρώσεις του λευκού και του κρεμ, εισέρχονται διακριτικά, συνοδευόμενες από ένα πολύχρωμο σύμπλεγμα μίας αρσενικότητας, η οποία αποτυπώνει στην αισθητική της, το καθημερινό απαίδευτο αποτύπωμα, όλων μας. Ρούχα απλά και συνάμα μέρος ενός συνόλου, το οποίο θα μας αποκαλυφθεί. Η παράσταση αποτελεί το άθροισμα τριών διαφορετικών ερμηνευτ(ρι)ών, οι οποίοι/ες κάλλιστα θα μπορούσαν να σταθούν στο χώρο ως ατομικότητες. Ωστόσο, το σύμπλεγμα τους φανερώνει το διηνεκές των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων όλων των εποχών, που γεννιούνται και πεθαίνουν γύρω από το δώρο της ζωής. Το νερό.
«Πως βρέθηκες εσύ εδώ;» θα σχολιάσει στο πρώτο talkative box performance της θεατρικής της καριέρας η Φένια Σχοινά, και εξαρχής νοιώθεις πως η ερώτηση της σου απευθύνεται όχι ως θεατή αλλά ως μέρος αυτού του ερμηνευτικού συνόλου. Και αίφνης, η ερώτηση της σε βυθίζει σε μία σκοτεινή περιγραφή, η οποία καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης επαναφέρει μνήμες από τη γραφή του H.P. Lovecraft, του «πατέρα» της λογοτεχνίας υπαρξιακού τρόμου. Η φωνή της μεταφέρει στο κοινό το ταξίδι ενός τυχαίου πλάσματος, το οποίο και εξαιτίας μιας ανυπέρβλητης συνθήκης, βρίσκεται εγκλωβισμένο στον υπόγειο χώρο, κάτω από το Κλεινόν Άστυ. Το χωροχρονικό συνεχές μετατοπίζεται σε μία εποχή που δεν υφίσταται το ανθρώπινο της υπόστασης, τουλάχιστο όχι με τη μορφή που σήμερα το αναγνωρίζουμε.
Με οδηγό τη χρονικότητα, το ταξίδι ξεκινά… και η αφήγηση σε κάνει να νιώθεις τον υπερβατικό τρόμο να σε κυριεύει. Μυστικά και δυνάμεις αρχέγονες γεμίζουν με την ενέργεια τους το είναι σου. Στην αρχή, νιώθεις ευχαρίστηση, ανακαλύπτοντας κάτι που οι γύρω σου αγνοούν. Μα όσο πιο βαθιά εισέρχεσαι στο υπόγειο σύμπλεγμα, τόσο η προσδοκία της ανακάλυψης εξανεμίζεται… Στο ταξίδι αυτό η χαρά μετατρέπεται σε αγωνία, και ενόσω ανακαλύπτεις τις στιγμές που ενώνουν τις διάφορες ιστορίες που ξετυλίγονται, τόσο πιο μοναχικά και φοβικά αρχίζεις και νιώθεις.
Το αφηγηματικό συνεχές εξελίσσεται, οι ημερομηνίες σε τροφοδοτούν με πληροφορίες για γεγονότα. Άνθρωποι που πάσχισαν να δημιουργήσουν αυτή την τεχνητή, υπόγεια, υδάτινη δεξαμενή…ζωές που χάθηκαν και άλλες που άνθισαν γύρω, μέσα και πάνω από αυτή… στιγμές της μνήμης συνδεδεμένες με μια υδάτινη κλωστή, όσο το έργο της κατασκευής εξελίσσεται, τόσο πιο βαθιά εισέρχεσαι στο αρχέγονο της ύπαρξης. Και εκεί θα παραμείνεις εγκλωβισμένο για πάντα…έως ότου γίνεις ένα με τον υπόγειο θεό, έως ότου το σκοτεινό νερό καταπιεί ότι απέμεινε από τη σάρκα σου… και τότε το αρχέγονο γίνεται εσύ…και εσύ παύεις… γίνεσαι το νερό… δεν υπάρχει λύτρωση… «ίσως εάν άντεχες λίγο ακόμα, θα έβλεπες ότι λίγα μέτρα παρακάτω, πίσω από τις φυλλωσιές ήταν το άνοιγμα που θα σε επέστρεφε στον πάνω κόσμο…ίσως».
Και το νερό; Το νερό, η ζωή μέσα και έξω από το δοχείο της σάρκας, μετουσιώνεται σε κιναισθητική δυναμική, την οποία επί σκηνής εκφράζει η Ειρήνη Αλεξίου. Άλλοτε σαν το νερό γύρω και άλλοτε σαν το νερό μέσα, κάθε κίνηση της ερμηνεύεται διφορούμενα. Η εκτέλεση της χορογραφίας αποτυπώνει το υπαρξιακό σύμπλεγμα. Το παιχνίδι του αρχέγονου ύδατος ομοιάζει με την παιγνιώδη διάθεση του εαυτού στην προσπάθεια της ανακάλυψης. Το καλούπωμα και η προσπάθεια να τεθεί υπό έλεγχο η ορμή των υπόγειων ρευμάτων, μοιάζει με την προσπάθεια του ατόμου να καθυποτάξει κομμάτια του εαυτού, τα οποία εναντιώνονται στις νόρμες και τα ‘καθώς πρέπει’ της κοινωνίας. Η ζωοδόχος δύναμη του ύδατος που σώζει και δημιουργεί, μοιάζει με την ατομικότητα που ξεχωρίζει όταν προσφέρει από μέσα της ότι πιο αληθινό και αφτιασίδωτο.
Και ξάφνου, το παιχνίδι γίνεται εφιάλτης… ο έλεγχος γίνεται πνιγηρός, σε βαθμό που σε οδηγεί να εγκαταλείψεις. Και νιώθεις ότι κάθε εμπόδιο απέναντι στην ροή, σε εγκλωβίζει να μοιάσεις όσο και αν δεν θες, και ο θάνατος σου χτυπά την πόρτα… Προσπαθείς, βασανίζεσαι, ελπίζεις ότι θα καταφέρεις με ό,τι ελάχιστο σου απομένει ένα βήμα ακόμα, μάταια. Ξεψυχάς στην προσπάθεια, αφήνεσαι στη θαλπωρή της αιώνιας αγκαλιάς της δημιουργίας, και ενώνεσαι, γίνεσαι ένα με τον αρχέγονο εαυτό. Χαρίζεσαι στη σιωπή και στη ψυχρότητα ενός μοναχικού θανάτου, ενόσω όλα γύρω σου συνεχίζουν να υφίστανται, εξαιτίας της ζωής που εσύ επέλεξες να τους χαρίσεις.
Όσο η ακινησία της υλικής σου υπόστασης χάνεται, τόσο η άυλη ύπαρξη σου μετουσιώνεται, σε ένα πλάσμα που πληγωμένο, μολυσμένο, εγκλωβισμένο, σκοτεινό, συνεχίζει να υφίσταται μακριά από αδιάκριτα βλέμματα. Και εκεί μέσα στην σιωπή περιμένεις, μια στιγμή… Μια στιγμή δύναμης, η οποία θα σε ενώσει με την ολότητα. Και νιώθεις ότι η σάρκα που άφησες πίσω σου, καμία σχέση έχει με την ύπαρξη που σου χαρίστηκε, και τότε, μόνο τότε. Σε ένα υπερβατικό επίπεδο. Γίνεσαι το ποτάμι, γίνεσαι το νερό και αναζητάς να πάρεις πίσω ότι σου στέρησαν. Το μένος της ψυχής δυναμώνει, αφρίζει, νιώθει μέσα του κάθε αίσθηση ζωντανής και μη ύπαρξης να μετουσιώνεται σε έναν νέο εαυτό. Έτοιμο να πλημυρίσει και πάλι με ζωή την πλάση ολάκερη… Μα δεν είσαι πια εσύ… είναι το αρχέγονο μέσα και γύρω σου… είσαι το νερό. Η εκστατική ύπαρξη σε αφήνει ακλόνητο, ακοίμητο, και ξεσπάς… ξεσπάς με δύναμη, για να θέσεις εκ νέου σε κίνηση τον κόσμο… η πλάση σου χαρίζεται και ξέρει ότι στο ξέσπασμα σου θα στερήσεις και θα χαρίσεις ζωή… όχι από εκδίκηση, μήτε από μανία… απλά διότι μετουσιώνεσαι, ξαναγίνεσαι από την αρχή κάθε φορά… σε έναν αέναο κύκλο ύπαρξης και ανυπαρξίας…
[...]
Και ψάχνουν οι κόσμοι να ενωθούν, και αναζητούν τα στοιχειά λαλιά για να μιλήσουν, τις μνήμες, τα βιώματα, τις ιστορίες και την προφορική σοφία που φυλακίστηκε κάτω από τα τσιμεντένια κάλλη της Αθήνας. Μα δε μπορούν. Για αυτό και τον ρόλο του αιώνιου παρατηρητή και πραγματικού ιστοριογράφου αυτής της προσπάθειας ενσαρκώνει, επί σκηνής, ο μουσικός Θάνος Κοσμίδης. Μέσα από τη ζωντανή ερμηνεία, εμπλέκοντας στοιχεία της dark ambient, dark techno και της deep dark fantasy μουσικής αισθητικής, χρησιμοποιώντας τον αρχέγονο τυμπανισμό της καρδιάς του σύμπαντος, μεταφέροντας επί σκηνής τη νευρικότητα και την απάθεια που διακατέχει ένα αιώνιο ον, το οποίο και επωμίζεται έναν μη παρεμβατικό ρόλο, γίνεται επάξιος διαμεσολαβητής της δονητικής των ανέκφραστών συναισθημάτων.
Ως κομμάτι της σύγχρονης πραγματικότητας, ο παρατηρητής, δεν μοιάζει με κάποια υπερφυσική οντότητα επί σκηνής, πολλώ μάλλον το αντίθετο. Είναι εκεί σε όλες τις στιγμές και μετουσιώνει την ανάκλαση της πραγματικότητας όπως αυτή γίνεται αντιληπτή διαμέσου των αισθήσεων. Η δική του εξιστόρηση δεν θα σε κάνει να δεις με τα μάτια, ούτε να νιώσεις με την κίνηση. Η δική του εξιστόρηση είναι ο ρυθμικός χτύπος μιας σταγόνας που αιώνια τρυπά το άτρωτο της ύπαρξης. Ελάχιστη και συνάμα ανυπέρβλητη στη δύναμη της, αυτή η μία σταγόνα θα γίνει η αφορμή για να ξεκινήσει το ταξίδι που θα σε οδηγήσει πίσω, στο λίκνο της δημιουργίας. Και στην κορύφωση της στιγμής, λίγο πριν την επανέναρξη του κύκλου, ενόσω διαθέτει τη δυνατότητα απεμπλοκής από το αέναο της ύπαρξης του, η επιλογή γίνεται δίκοπο μαχαίρι. Αν παρέμβει μπορεί να απελευθερωθεί, αν πάλι όχι είναι καταδικασμένος να ζήσει ένα ακόμα κύκλο. Στη δική του αφήγηση διακρίνει κανείς κάτι το ιδιαίτερο. Τη μελαγχολία του να γνωρίζεις τα πάντα. Τη μοναχικότητα της γνώσης της ύπαρξης στην ουσία της. Και αυτό τον κάνει να παραμερίζει την επιλογή να πράξει κάτι διαφορετικό από το ρόλο, τον οποίο έχει ήδη αναλάβει! Να βλέπει κόσμους να γεννιούνται και να πεθαίνουν! Και εκείνος, όσο και αν νιώθει την ανάγκη να ξεφύγει, μένει εδώ και δίνει το ρυθμό για να ξεκινήσουν και πάλι όλα από την αρχή… Η επιλογή των ηχοτοπίων που δημιούργησε για την παράσταση ο Κοσμίδης, τον τοποθετεί επάξια σε εκείνη την γκάμα δημιουργών, που σπάνια έχουμε την τύχει να απολαμβάνουμε στη χώρα μας. Ο υπερβατικός τρόμος που συνεπάγεται ο θάνατος και η αναγέννηση, μετουσιώνονται σε μία μουσική δημιουργία, η οποία και συναγωνίζεται επάξια καλλιτέχνες όπως οι Keosz, Northubria, Atrium Carceri, Dronny Draco, ProtoU, Dahlias’s Tear, Peter Gundry, Adrian Von Ziegler ακόμα και των περιβόητων Aim to Head, οι οποίοι/ες υπηρετούν με συνέπεια τον υπερφυσικό, σκοτεινό, μουσικό τρόμο.
Σε αυτό το μυστηριακό γίγνεσθαι, η ψηφιακή ενσωμάτωση πραγματικών ντοκουμέντων από την ιστορία του Αδριάνειου Υδραγωγείου, αποτελεί το τελευταίο κομμάτι του παζλ που έρχεται να ολοκληρώσει την αφήγηση… Όπως πάνω έτσι και κάτω… Εις τους αιώνες των αιώνων… Όλα μας πλάσματα δεμένα με την κλωστή της ύπαρξης και της ανυπαρξίας. Η μάλλον θα έπρεπε να γράψω της Αναγέννησης που ο Θάνατος προσφέρει. Αν επέλεγα ένα και μόνο στοιχείο για να μεμφθώ, θα ήταν το γεγονός ότι ο χώρος θα έπρεπε να είναι ακουστικά μονωμένος, ώστε να απολαμβάνουμε το μέγεθος των αλληλοεπιδράσεων χωρίς εξωτερικά ερεθίσματα, πέραν των όσων μας προσέφεραν οι άνθρωποι της παραγωγής. Θερμά συγχαρητήρια λοιπόν σε όλη την ομάδα για το αποτέλεσμα και για όλους εσάς συστήνω, εφόσον και έως τη στιγμή που θα κυκλοφορήσει η παράσταση σε podcast (το προτείνω ανεπιφύλακτα στην ομάδα), να απολαύσετε το The Haven των Rapture World, που από χθες τη νύχτα έχει καρφωθεί στο μυαλό μου, εξαιτίας της σκηνοθετικής σύλληψης και ερμηνευτικής δυναμικής που απόλαυσα…
Ευχαριστούμε πολύ Μάριε.
Comments